- ὑπεμνήμυκε
- ὑπεμνήμῡκε , ὑπεμνήμυκεhe hangs down his headperf imperat act 2nd sg (epic)ὑπεμνήμῡκε , ὑπεμνήμυκεhe hangs down his headperf ind act 3rd sg (epic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
υπεμνήμυκε — Α (γ εν. πρόσ. παρακμ.) είναι σκυφτός, έχει το κεφάλι σκυφτό. [ΕΤΥΜΟΛ. Παρακμ. τού ρ. ὑπημύω σχηματισμένος από έναν αμάρτυρο τ. *ὑπεμήμυκε (με αττικό διπλασιασμό, πρβλ. ἐμῶ: ἐμήμεκα) με την προσθήκη τού ν , η οποία επιτρέπει τη μετρική έκταση τού … Dictionary of Greek
ὑπεμνήμυκεν — ὑπεμνήμῡκεν , ὑπεμνήμυκε he hangs down his head perf ind act 3rd sg (epic) ὑπεμνήμῡκεν , ὑπεμνήμυκε he hangs down his head plup ind act 3rd pl (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπεμνήμυκα — ὑπεμνήμῡκα , ὑπεμνήμυκε he hangs down his head perf ind act 1st sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)